Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος
29 Ιανουαρίου 2007Το στρατόπεδο Άουσβιτς ήταν το αποτρόπαιο πρότυπο «της βιομηχανίας του θανάτου», το καμάρι «της ταχύρυθμης εκκαθάρισης της άριας γερμανικής φυλής από άλλες ανεπιθύμητες, υποδεέστερες και επικίνδυνες φυλετικές προσμίξεις». Αυτή την ημέρα, 27 Ιανουαρίου 1945, καθιέρωσε η γερμανική πολιτεία το 1996 ως ημέρα μνήμης του ολοκαυτώματος των εβραίων, αλλά και ως ημέρα μνήμης του γερμανικού άγους, της πιο βάρβαρης, μεθοδικής, μαζικής εξόντωσης ανθρώπων.
Ημέρα μνήμης σημαίνει και ημέρα απολογισμού, 62 χρόνια μετά τις αποκαλύψεις για τις θηριωδίες των ναζί, τί έγινε με τους εγκληματίες; Αφορμή για τον συγκεκριμένο απολογισμό μας έδωσε η δήλωση της Κεντρικής Υπηρεσίας Εξιχνιάσεως και Διώξεως των Ναζιστικών Εγκλημάτων ότι «σε ορατό χρονικό διάστημα θα κλείσει».
Η υπηρεσία αυτή συστάθηκε το 1958 στο Ludwigsburg του κρατιδίου της Βάδης-Βυρτεμβέργης με στόχο την εξιχνίαση και την δίωξη των ναζιστικών εγκλημάτων που διεπράχθησαν πριν την 8η Μαΐου 1945, ημέρα της άνευ όρων συνθηκολόγησης της ναζιστικής Γερμανίας. Πρόκειται για μια υπηρεσία που έφερε στο έδρανο του κατηγορουμένου ως ύποπτους εγκλημάτων 6.496 πρώην ναζί ή μέλη της Βέρμαχτ, με τη βοήθεια των γερμανικών υπηρεσιών, αλλά και διεθνών υπηρεσιών, συνδέσμων θυμάτων, εβραϊκών οργανώσεων κλπ.
Ήρθε όντως η ώρα να κλείσει η Κεντρική Υπηρεσία Εξιχνιάσεως και Διώξεως των Ναζιστικών Εγκλημάτων; Ο προϊστάμενος εισαγγελέας εφετών Κουρτ Σριμ, διευθυντής της εν λόγω υπηρεσίας, είπε στο μικρόφωνο της εκπομπής μας: «δεν έχουμε καμία συγκεκριμένη ημερομηνία για τον τερματισμό του έργου μας. Θα συνεχίσουμε τις έρευνές μας, όσο θα υπάρχει η δυνατότητα ανακάλυψης δραστών. Η εργασία μας όμως έχει εξ αντικειμένου ημερομηνία λήξης. Οι άνθρωποι, δράστες και θύματα, έχουν γεράσει, πολλοί πέθαναν. Αλλά παρ’ όλα αυτά δεν μπορώ να πω μια συγκεκριμένη ημερομηνία.»
Η Κεντρική Υπηρεσία Εξιχνιάσεως και Διώξεως των Ναζιστικών Εγκλημάτων δεν είχε ποτέ εύκολη αποστολή, διότι οι γερμανικές κυβερνήσεις τη θεωρούσαν αναγκαίο κακό και την επάνδρωναν ανεπαρκώς, η πλειοψηφία του γερμανικού λαού πίστευε ότι όσοι εργάζονταν στην υπηρεσία αυτή ήταν ‘καρφιά’, ‘κρυφοκουμμουνιστές’ ή ‘προδότες’, ενώ τα θύματα του ναζιστικού καθεστώτος τους κατηγορούσαν συλλήβδην ως ‘ναζί ή φιλοναζί’. Ενδεικτικό αυτής της τραυματικής συμπεριφοράς είναι το γεγονός ότι ενώ η Κεντρική Υπηρεσία Διώξεως Ναζιστικών Εγκλημάτων δεν ξεπέρασε ούτε στις ‘καλές της εποχές’ τα 130 άτομα προσωπικό μαζί με τις καθαρίστριες, η Υπηρεσία Διαφύλαξης των Αρχείων της ΣΤΑΖΙ, επιφορτισμένη με ανάλογο καθήκον, όσον αφορά όμως την Ανατολική Γερμανία, διαθέτει εξαρχής 3.400 θέσεις μονίμων υπαλλήλων και 14 παραρτήματα. Ο διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Κουρτ Σριμ δηλώνει ότι δεν μπορεί να αξιολογήσει το γεγονός αυτό, διότι δεν γνωρίζει επακριβώς το σκεπτικό της τότε γερμανικής κυβέρνησης για την ίδρυση της εν λόγω υπηρεσία για τους φακέλους της ΣΤΑΖΙ, ούτε πόσο προσωπικό επανδρώθηκε και γιατί, ενώ επισημαίνει για την υπηρεσία της οποίας προΐσταται «δεν ξέρω ούτε πως ήταν η κατάσταση στην υπηρεσία μας τις δεκαετίες του ’50, του ’60 ή του ’70. Γνωρίζω την υπηρεσία από τη δεκαετία του ’80, αλλά η εντύπωσή μου είναι ότι υπήρχε επαρκές προσωπικό και ότι μέχρι σήμερα απολαμβάνουμε της υποστήριξης και της ενίσχυσης όλων των υπηρεσιών.»
Στην επισήμανσή μας ότι αυτή τη σύγκριση έκανε τον Μάρτιο του 2005 σε διάλεξή του και ο Βίλι Ντρέσεν, ο προκάτοχός του στην θέση του διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Εξιχνιάσεως και Διώξεως των Ναζιστικών Εγκλημάτων ο Γερμανός εισαγγελέας και σημερινός διευθυντής της υπηρεσίας δήλωσε: «Δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι η Γερμανία είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο που προσπάθησε και προσπαθεί να αντιπαρατεθεί με το παρελθόν της και να επεξεργαστεί αυτό το τραύμα. Σημειωτέον ότι συνεχίζουμε αυτή την προσπάθεια ακόμη, 62 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Όσον αφορά την κατηγορία ότι η υπηρεσία μας ήταν ελλειμματικά επανδρωμένη την απορρίπτω, ανεξάρτητα με το τι είπε κάποιος προκάτοχός μου.»
Η δήλωση αυτή δεν μας εμποδίζει ωστόσο να αποδεχθούμε την ιστορική αλήθεια που τόσο παραστατικά περιέγραψε και ο Βίλι Ντρέσεν, προκάτοχος του κ. Σριμ στην Κεντρική Υπηρεσία: «από τους 6.496 δράστες που δικάστηκαν, μόνον 166 καταδικάστηκαν σε ισόβια. Στατιστικά δηλαδή τιμωρήθηκαν με δέκα λεπτά φυλάκιση ανά δολοφονία, ενώ πολύ συχνά οι δράστες έμειναν ατιμώρητοι.» (Ομιλία του Ντρέσεν, Μάρτιος 2005, Ευαγγελική Ακαδημία Tützing, Europäisches Erinnern).
Βιβή Παπαναγιώτου