«H ασυγκράτητη πτώση της Γαλλίας στο κενό»
9 Σεπτεμβρίου 2025«Το συντριπτικό χρέος, η έλλειψη προθυμίας για αποταμίευση, οι παραιτήσεις και η αύξηση των επιτοκίων αποκαλύπτουν την ανικανότητα της γαλλικής πολιτικής τάξης στο Παρίσι. Το Βερολίνο θα πρέπει να εκλάβει την κατάσταση στη Γαλλία ως προειδοποίηση» σχολιάζει το οικονομικό περιοδικό Wirtschaftswoche και συνεχίζει:
«Φυσικά η Γαλλία δεν είναι Ελλάδα, ακόμη και εάν η Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία είναι πλέον μια από τις πλέον χρεωμένες χώρες της ευρωζώνης. Η συνεχιζόμενη κρίση της κυβέρνησης του Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν αλλά και ο μισός αιώνας χωρίς ισοσκελισμένο προϋπολογισμό στη Γαλλία, έχουν θέσει τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ σε μια επικίνδυνη και επισφαλή θέση (…)
Η Γαλλία είχε τελευταία φορά ισοσκελισμένο προϋπολογισμό το 1973. Έκτοτε το έλλειμμα αυξάνεται ετησίως. Η Κομισιόν έχει δείξει μεγάλη υπομονή απέναντι στο Παρίσι, εντούτοις οι Βρυξέλλες αναγκάστηκαν να επιβάλουν μέτρα λιτότητας στον Μακρόν και τις διαδοχικές κυβερνήσεις του. Μετά από μισό αιώνα διαρκούς δανεισμού, η εμπιστοσύνη των κεφαλαιαγορών διαβρώνεται» αναφέρει το σχόλιο και στη συνέχεια αναφέρεται εκτενώς στην «επιτυχία» της αντιπολίτευσης και κυρίως της ακροδεξιάς, μετά τη χθεσινή ήττα της κυβέρνησης Μπαϊρού με την απώλεια της εμπιστοσύνης της βουλής.
Το σχόλιο βλέπει και ένα σημαντικό καμπανάκι για την ίδια τη Γερμανία: «Η γερμανική κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να λάβει σοβαρά υπόψη τις εξελίξεις στην άλλη πλευρά του Ρήνου. Και στο Βερολίνο, τα κυβερνώντα κόμματα δεν τηρούν τις δικές τους συμφωνίες, υπερβάλλουν και αλληλοκατηγορούνται με το που συγκροτούν κυβερνήσεις. Χωρίς ετοιμότητα για συμβιβασμό, χωρίς θέληση για λήψη δύσκολων αποφάσεων ακόμη και εάν υπάρχει αντίσταση, κυρίως όμως χωρίς καμία προθυμία για μείωση δαπανών, ο γερμανικός κυβερνητικός συνασπισμός θα μπορούσε γρήγορα να φτάσει σε πρόωρο τέλος. Και στη Γερμανίαοι ακροδεξιοί περιμένουν την αποτυχία της πολιτικής τάξης.»
Μέχρι την επόμενη κυβέρνηση που θα καταρρεύσει…
Από την πλευρά της η εφημερίδα Berliner Morgenpost σχολιάζει: «Η Γαλλία δεν βρίσκει ησυχία. Μια ακόμη αλλαγή κυβέρνησης στο Παρίσι, εξαιτίας της αστάθειας, με ένα κοινοβούλιο χωρίς πλειοψηφία. Ο πρόεδρος Μακρόν, ο οποίος θα παραμείνει Πρόεδρος μέχρι το 2027, αντιμετωπίζει ήδη ένα χάος. Αυτός φέρει σε μεγάλο βαθμό την ευθύνη: ρίσκαρε πολύ και ζήτησε νέες εκλογές το 2024 μετά τις ευρωεκλογές, τις οποίες όμως έχασε αμέσως μετά (…) Ο Μακρόν ιδανικά θα προτιμούσε να διορίσει τώρα πρωθυπουργό έναν έμπιστο υπουργό από το κόμμα του ως διάδοχό του, όπως τον Ζεράλντ Νταρμανέν ή τον Ερίκ Λομπάρντ. Αλλά αυτό θα σήμαινε απλώς μια νέα περιπέτεια μέχρι να καταρρεύσει και η επόμενη κυβέρνηση».
«Υπερπληθωρισμός και σοκ;»
«Η γαλλική κυβέρνηση κατέρρευσε- ξανά. ‘Μια χώρα που δεν είναι σε θέση να εξισορροπήσει τα δημόσια οικονομικά της, είναι μια χώρα που εγκαταλείπει τον εαυτό της’ προειδοποίησε ο Φρανσουά Μπαϊρού. Οι συνέπειες μπορεί να αποδειχθούν δραματικές για ολόκληρη την ευρωζώνη» παρατηρεί σε οικονομική ανάλυση η εφημερίδα Bild και παραθέτει απόψεις Γερμανών οικονομολόγων.
Ο Κλέμενς Φουστ, επικεφαλής του γερμανικού οικονομικού ινστιτούτου Ifo εξηγεί γιατί η κρίση στη Γαλλία είναι σημαντική για την Ευρώπη, προειδοποιώντας για υπέρογκα κρατικά ομόλογα και πρόσθετες πιέσεις στον γαλλικό προϋπολογισμό. «Πίσω από αυτές τις ανησυχίες κρύβεται ο φόβος των επενδυτών για ενδεχόμενη αθέτηση πληρωμών στα γαλλικά ομόλογα. Ήδη το δημόσιο έλλειμμα είναι τεράστιο, με το χρέος της Γαλλίας να φτάνει το 116% του ΑΕΠ.»
Στο ίδιο ρεπορτάζ ο Φρίντριχ Χάινεμαν από το ινστιτούτο ZEW του Μάνχαϊμ αναφέρει: «Η κατάσταση στη Γαλλία βλάπτει την αξιοπιστία του ευρώ και μπορεί να φέρει την ΕΚΤ υπό πίεση. Το χρέος της Γαλλίας κινδυνεύει να ξεφύγει και να καταστεί εκτός ελέγχου».
Σε άλλο σημείο τίθεται το ερώτημα «αν επιστρέψει το σοκ της ακρίβειας», με τον επικεφαλής οικονομολόγο της Commerzbank, Γιοργκ Κρέμερ να υπογραμμίζει: «Αν ένα κράτος-μέλος δεν έβρισκε αρκετούς αγοραστές για τα ομόλογά του, η ΕΚΤ θα επενέβαινε, θα αγόραζε σε μεγάλη κλίμακα ομόλογα, θα μείωνε τα επιτόκια. Αυτό οδηγεί μακροπρόθεσμα σε πληθωρισμό». Με άλλα λόγια: «οι τιμές στην Ευρώπη θα μπορούσαν να αρχίσουν ξανά να σημειώσουν αισθητή αύξηση» σημειώνει η Bild.